Αμβοειδές

(1) Μοιάζει με αμείβα σε εμφάνιση ή χαρακτηριστικά. (2) Με ακανόνιστο περίγραμμα με περιφερειακές προεξοχές. που υποδηλώνει το περίγραμμα μιας μορφής αποικίας σε καλλιέργεια πλακών. [αμέμπα + Γ. είδος, εμφάνιση]