Άμπουλα του σποραδικού πόρου

[TA] η διαστολή του πτερυγίου πόρου στη βάση της ουροδόχου κύστης όπου πλησιάζει τον ετερόπλευρο σύντροφό του λίγο πριν ενωθεί με τον πόρο του σπερματογόνου αδένα για να σχηματίσει τον εκσπερματικό πόρο. ΣΥΝ: αμπούλας αγωγός [TA], αμπούλα Henle.